Τετάρτη 21 Αυγούστου 2013

Νέα ψέματα για το Δημόσιο

Του Γιώργου Κατρούγκαλου
Καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου
Ο φετινός Αύγουστος, διαψεύδοντας τον Ουμπέρτο Έκο, είχε πολλές ειδήσεις και ακόμη περισσότερα ψέματα. Ειδικά η αντιμεταρρύθμιση στο χώρο της διοίκησης δεν περιλαμβάνει τίποτα άλλο.

Ο χορός της απάτης ξεκίνησε με τους παλικαρισμούς του πρωθυπουργού στο συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας, ότι στόχος του θα είναι στο εξής «τα κάστρα των βολεμένων».
Ακολούθησε η κατάργηση των οργανικών θέσεων των σχολικών φυλάκων και στη συνέχεια η απόλυση των καθαριστριών του υπουργείου Οικονομικών.

Τη σκυτάλη πήρε ο υπερυπουργός Οικονομικών, ο οποίος δήλωσε ότι, τάχα, οι «αποχωρήσεις (προσέξτε τον ευφημισμό, αντί της λέξης απόλυση) δεν γίνονται για να πάρουμε τη δόση. Οι 15.000 που θα φύγουν το 2013 και το 2014 είναι για να βελτιωθεί η ποιότητα του δημόσιου τομέα, άνθρωποι που έχουν τιμωρηθεί ή που δεν μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους, για να έρθουν 15.000 άνθρωποι ικανοί».

Εδώ το ψεύδος είναι πολλαπλό και ανάξιο ανθρώπου που πριν γίνει πολιτικός ήταν πανεπιστημιακός δάσκαλος. Στην πραγματικότητα, απολύονται συλλήβδην και χωρίς καμιά αξιολόγηση απλώς όσοι αριθμητικά χρειάζονται για να καλυφθεί ο στόχος του κυνηγιού κεφαλών που έχει θέσει η τρόικα: χαρακτηριστική η περίπτωση της κατάργησης των ειδικοτήτων των καθηγητών της τεχνικής εκπαίδευσης, πριν η κυβέρνηση θέσει καν σε διαβούλευση την πρότασή της για το νέο Τεχνικό Λύκειο. Το κάρο πριν από το άλογο, δηλαδή.

Χωρίς να ξέρουμε ποιες είναι οι ανάγκες που πρέπει να καλύψει η επαγγελματική εκπαίδευση, προκαταβολικά καταργούμε συλλήβδην ειδικότητες, αρκετές από τις οποίες είναι περιζήτητες στα ιδιωτικά ΙΕΚ.
Αυτοί ήταν όλοι ανίκανοι;

Ή ήταν τάχα χωρίς προσόντα; Τότε γιατί τέθηκαν σε διαθεσιμότητα κατόπιν της επιταγής των «εταίρων» μας, κατά πλήρη εξευτελισμό του Κοινοβουλίου και αναίρεση ρύθμισης λίγων ωρών, και εκείνοι από τους καθηγητές που ήταν κάτοχοι μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων; Είναι χωρίς προσόντα το σύνολο των υπαλλήλων της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου ιδιωιτκού δικαίου, οι οποίοι απολύονται όλοι; Ή δεν καλύπτουν καμιά ανάγκη οι υπάλληλοι των τεχνικών υπηρεσιών του Ναύσταθμου Σαλαμίνας, από την εργασία των οποίων εξαρτάται το αξιόμαχο του στόλου μας;

Ή έχει, μήπως, δημοσιονομικό όφελος η σφαγή αυτή; Ούτε καν αυτό. Ογδόντα εκατομμύρια θα είναι το κόστος για τις αποζημιώσεις των υπαλλήλων της ΕΡΤ, ενός φορέα που δεν κόστιζε ούτε ένα ευρώ στον κρατικό προϋπολογισμό, δεδομένου ότι χρηματοδοτούνταν απ' ευθείας από το ανταποδοτικό τέλος των τεσσάρων ευρώ του λογαριασμού της ΔΕΗ. Αρκετά εκατομμύρια ευρώ θα χάσουν και οι δήμοι, από την κατάργηση της Δημοτικής Αστυνομίας.

Η διάλυση του Δημοσίου, χωρίς σχέδιο, χωρίς αξιολόγηση, χωρίς τεκμηρίωση, χωρίς λογική, χωρίς ντροπή, δεν εξυπηρετεί παρά μόνο τις ιδεοληψίες της τρόικας. Είναι και κραυγαλέα αντισυνταγματική: ακόμη και ο ίδιος ο νόμος της κινητικότητας, ο ν. 4172/13, στο άρθρο 90 παρ. 1 προέβλεψε ότι πριν από την κατάργηση οργανικών θέσεων θα έπρεπε να έχει προηγηθεί «τεκμηρίωση, που στηρίζεται σε εκθέσεις αξιολόγησης δομών και σχέδια στελέχωσης».

Χρειάζεται να πούμε ότι αυτές οι μελέτες είναι ανύπαρκτες; Πρέπει, αντίθετα, να θυμίσουμε ότι η πρόβλεψη αυτή, σχετικά με την αναγκαιότητα τεκμηριωμένης αξιολόγησης πριν από την κατάργηση οργανικών θέσεων, επιβάλλεται ευθέως από το Σύνταγμα. Ειδικότερα, από το άρθρο 103 του Συντάγματος δεν απορρέει μόνον η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων, όσο διατηρείται η οργανική τους θέση, αλλά και η διατήρηση όλων των οργανικών θέσεων, μονίμων υπαλλήλων και ΙΔΑΧ, εφ' όσον εξακολουθεί να υφίσταται η δημόσια ωφέλεια προς εξυπηρέτηση της οποίας συστάθηκαν αρχικά οι εν λόγω θέσεις.

Και τούτο, διότι, προφανώς, η θέση δεν υπάρχει για χάρη του δημόσιου υπαλλήλου, αλλά αυτός κατέχει τη θέση του μόνον εφ' όσον, και για όσο καιρό, υπηρετεί κάποιο σκοπό δημόσιου συμφέροντος.

Οι θέσεις των σχολικών φυλάκων, των δημοτικών αστυνομικών, των εκπαιδευτικών της τεχνικής εκπαίδευσης, των μετεωρολόγων της ΕΜΥ, των τεχνιτών του Ναυστάθμου, όλων των πρόσφατων θυμάτων της κυβερνητικής απάτης σαφώς και καλύπτουν καίρια σκοπούς δημόσιας ωφέλειας. Γι' αυτό και είναι αντισυνταγματική και παράνομη η κατάργησή τους.

Το λόγο έχει τώρα, άμεσα, η Δικαιοσύνη. Η κοινωνία, όμως, είναι αυτή που πρέπει να έχει τον τελευταίο λόγο.
ΠΗΓΗ: http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.home&id=380996

Τετάρτη 14 Αυγούστου 2013

Να αλλάξουν όλα, για να μην αλλάξει τίποτε

Του Κώστα Λαπαβίτσα
Ο Γατόπαρδος του Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα είναι έργο που ανάγλυφα αποδίδει την κοινωνική αναταραχή στην Ιταλία του δέκατου ένατου αιώνα. Σε μια από τις πιο χαρακτηριστικές του σκηνές ο νεαρός Τανκρέντι λέει στο θείο του Ντον Φαμπρίτσιο, πρίγκιπα Σαλίνας: αν θέλουμε να μην αλλάξει τίποτε, πρέπει όλα ν’ αλλάξουν. Η φωνή του απηχεί τη βαθιά υπεροψία της σικελικής αριστοκρατίας, την καταφρόνια της για τους νέους ισχυρούς του χρήματος και τον ταξικό της κυνισμό. Αν θέλουμε να διατηρήσουμε την κοινωνική μας υπεροχή, θα πρέπει να δεχτούμε αλλαγές σε όλα, ακόμη και γάμους εξ ανάγκης.

Η επίσημη φιλολογία για την ελληνική κρίση αποδίδει την ευθύνη της κυρίως σε δύο κοινωνικές ομάδες: τους δημόσιους υπάλληλους και τους μικρομεσαίους φοροφυγάδες. Δηλαδή στον κορμό της ελληνικής κοινωνίας, όπως υποδηλώνει κι εκείνο το θρασύτατο ‘μαζί τα φάγαμε’. Παράλληλα απαιτεί ‘μεταρρυθμίσεις’, αλλαγές σε όλα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι πλέον ένθερμοι οπαδοί των ‘μεταρρυθμίσεων’ είναι άνθρωποι που κατείχαν καίριες θέσεις όταν η χώρα έτρεχε με ορμή προς την καταστροφή. Όλα πρέπει ν’ αλλάξουν, για να μην αλλάξει τίποτε.

Την ευθύνη για την κρίση δεν την έχουν φυσικά ούτε οι δημόσιοι υπάλληλοι, ούτε οι μικρομεσαίοι φοροφυγάδες. Αυτοί βρέθηκαν σε ένα σύστημα πολύ πιο πέρα από τα προσωπικά τους μέτρα και προσαρμόστηκαν όπως μπορούσαν.
Το σύστημα φτιάχτηκε από το ανώτερο αστικό στρώμα με συμφέροντα στις τράπεζες, τη ναυτιλία, τις κατασκευές, τα ΜΜΕ, το εμπόριο, κι αλλού.
Αυτοί οικοδόμησαν το μεταπολεμικό ελληνικό κράτος, αυτοί διαμόρφωσαν τους μηχανισμούς διαφθοράς και διαπλοκής, αυτοί εξασφάλισαν φορολογική ασυδοσία, αυτοί στήριξαν τις βασικές στρατηγικές επιλογές της Ελλάδας, όπως την ένταξη στην ΕΕ και την ΟΝΕ.
Αυτοί έχουν και την κύρια ευθύνη της κρίσης.

Πρόκειται για στρώμα διακριτικό και σιωπηλό που έχει μάθει να πετυχαίνει αυτό που θέλει μέσω της δύναμης του χρήματος, αλλά και με λίγες αποφασιστικές κουβέντες στον εκάστοτε υπουργό. Ο χαρακτήρας του είναι βαθιά κοσμοπολίτικος, πράγμα φυσικό για τους απογόνους της πρώτης ιστορικά αστικής τάξης της Ανατολικής Μεσογείου. Για τον ίδιο λόγο, έχει περιφρόνηση για το λαϊκό στοιχείο και πονηρή δουλικότητα προς τον ισχυρό ξένο.

Ακούγεται συχνά ότι η ελληνική αστική τάξη έχει γίνει σκιά του εαυτού της γιατί πια περιέχει βαρκάρηδες και μαυραγορίτες, πολιτικούς αναρριχητές και τυχάρπαστους επαρχιώτες. Πώς θα μπορούσε κανείς να αμφισβητήσει το ρόλο αυτών των λαμπρών κοινωνικών τύπων στις γραμμές του ελληνικού αστισμού; Είναι όμως λάθος να πιστεύεται ότι υπήρξε κάποιο μυθικό παρελθόν που οι νεήλυδες αμαύρωσαν. Οι καταβολές κάθε αστικής τάξης είναι ακριβώς τέτοιας ολκής, κι όταν πάψει να αντλεί από αυτές τότε βρίσκεται δυο βήματα πριν την κατάρρευση. Δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος για τον ελληνικό αστισμό.

Η αστική τάξη διαμόρφωσε την πολιτική πραγματικότητα της Μεταπολίτευσης, η οποία, αντίθετα από ό,τι λέγεται, αποδείχτηκε επιτυχημένη γιατί εξασφάλισε απαράμιλλη σταθερότητα για δεκαετίες. Οι πολιτικοί φρόντισαν για την ενσωμάτωση των μικρομεσαίων στρωμάτων μέσω παράπλευρων μηχανισμών διαφθοράς και διαπλοκής, όλο αυτό το ατέλειωτο αλισβερίσι φορολογικών απαλλαγών, επιδοτήσεων, παροχών, προγραμμάτων και διορισμών που σφράγισε τη χώρα. Τα μικρομεσαία στρώματα παρείχαν το πολιτικό προσωπικό, αλλά κι επάνδρωσαν αυτό που οι Άγγλοι αποκαλούν τις ‘φλύαρες τάξεις’ – τα ΜΜΕ, τα πανεπιστήμια, τα ερευνητικά κέντρα. Το ωραίο αυτό σύστημα περιβλήθηκε τον ιδεολογικό μανδύα του ευρωπαϊσμού και πίστεψε ότι βρήκε την ιστορική του δικαίωση όταν η Ελλάδα υιοθέτησε το ευρώ.

Το πρόβλημα ήταν φυσικά η αδυναμία ανταγωνισμού εντός της ΟΝΕ, άρα η τρομακτική συσσώρευση χρέους και εν τέλει η αποτυχία.
Τα Μνημόνια, τα οποία σύσσωμη επέλεξε η αστική τάξη, επιχειρούν τώρα να τα αλλάξουν όλα, ώστε να μην αλλάξει τίποτε.
Ο πέλεκυς έπεσε βαρύς στη μισθωτή εργασία που συντρίφτηκε από την ανεργία και τη μείωση των μισθών. Έπεσε όμως και στα μικρομεσαία στρώματα που ρημάχτηκαν από την ύφεση και τη φορολογική καταιγίδα.

Δεν υπάρχει πλέον επιστροφή στο προηγούμενο καθεστώς. Για να παραμείνει στην ΟΝΕ, η αστική τάξη πρέπει να δημιουργήσει ένα νέο σύστημα όπου θα κυριαρχεί απόλυτα το μεγάλο κεφάλαιο, η εξάρτηση από τους ξένους θα είναι πλήρης, η ανεργία υψηλή, οι μικρομεσαίοι εξουθενωμένοι, η φτώχεια διάχυτη και οι προοπτικές κοινωνικής ανέλιξης τελείως περιορισμένες. Έτσι θα παραμείνει αλώβητη η δικιά της κυριαρχία. Απομένει να δούμε τι θα δεχτεί η ελληνική κοινωνία κι αν πραγματικά υπάρχουν αντισυστημικές δυνάμεις.
ΠΗΓΗ: http://costaslapavitsas.blogspot.gr