Tου Κώστα Iορδανίδη
Ο κ. Γιώργος Παπανδρέου υπήρξε αντισυμβατικός πολιτικός, με διάθεση ανατροπής, αλλά επί ζητημάτων μάλλον πολυτελείας.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η απόφασή του για τη διενέργεια δημοψηφίσματος εντός του φθινοπώρου, δίχως να προσδιορίζει καν το ερώτημα επί του οποίου θα κληθούν να αποφασίσουν οι Ελληνες πολίτες.
Αλλά δεν πρόκειται μόνον περί αυτού.
Ο κ. Παπανδρέου γνωρίζει ασφαλώς ότι η κυβέρνησή του στερείται νομιμοποιητικής βάσεως.
Άλλο ήταν το πολιτικό πρόγραμμα που τον ανέδειξε στην εξουσία με διαφορά 10% από τη Νέα Δημοκρατία, τον Οκτώβριο του 2009.
Γνωρίζει επίσης άριστα ότι δεν είναι δυνατόν να θέσει στην κρίση των πολιτών της χώρας το πρώτο και το δεύτερο Μνημόνιο, διότι θα καταψηφισθούν αμφότερα από τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων.
Κατά συνέπεια προσπαθεί να αποκτήσει βάση νομιμοποιητική με ένα δημοψήφισμα, που θα αφορά στους «θεσμούς», δηλαδή θα δίδει «λύση» στο πρόβλημα της γενικής απαξιώσεως του πολιτικού συστήματος, που λοιδορείται καθημερινά από τους «Αγανακτισμένους» στο Σύνταγμα και στις πλατείες άλλων πόλεων.
Με άλλα λόγια ο κ. Παπανδρέου επιχειρεί να δημιουργήσει την εντύπωση εισαγωγής στη χώρα διαδικασιών μιας «άμεσης δημοκρατίας», παρακάμπτοντας το πρόβλημα που απασχολεί πρωτίστως την κοινή γνώμη.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η «άμεση δημοκρατία» είναι το τελειότερο των συστημάτων, αλλά το γεγονός ότι υφίσταται μόνον σε δύο χώρες, στην Ελβετία και στο Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν, δείχνει πόσο περίπλοκο είναι στην εφαρμογή του, καθώς προϋποθέτει πολίτες με υψηλότατη παιδεία γύρω από τα κοινά, και δεν αφορά τη χειραγώγηση του πλήθους από την ολιγαρχία που συγκροτεί τη διοικούσα τάξη κάθε χώρας, στη Δύση ή στον Τρίτο Κόσμο.
Το δημοψήφισμα δεν είναι κατ’ ανάγκη έκφραση της «άμεσης δημοκρατίας» και χρησιμοποιείται ενίοτε με στόχο στην υπερκέραση των καταστατικών δυσχερειών που υπάρχουν σε μια χώρα, για να επιβάλει το όποιο πολιτικό κατεστημένο νέα τάξη πραγμάτων, εξυπηρετική των συμφερόντων και των επιδιώξεών του.
Δεν είναι τυχαίο ότι παρά τη σχετική πρόνοια των Συνταγμάτων, στην περίοδο της μεταπολιτεύσεως, δημοψήφισμα διενεργήθηκε μόνον για το θέμα της Μοναρχίας, διότι για την κατάργησή της συμφωνούσε το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας, συμπεριλαμβανομένης και της Νέας Δημοκρατίας.
Πρωτίστως όμως στην «άμεση δημοκρατία», τη διενέργεια δημοψηφίσματος μπορούν να ζητήσουν οι πολίτες, συγκεντρώνοντας τον απαιτούμενο αριθμό υπογραφών.
Παρεμπιπτόντως επισημαίνεται ότι η Εκκλησία της Ελλάδος συγκέντρωσε εκατομμύρια υπογραφών, ζητώντας τη διενέργεια δημοψηφίσματος για το θέμα της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες και η πρωτοβουλία αγνοήθηκε με βαναυσότητα από την τότε κυβέρνηση.
Στο Λιχτενστάιν αντιθέτως αρκούν 1.500 υπογραφές για να τεθεί σε δημοψήφισμα το θέμα της Μοναρχίας.
Είναι σαφές ότι το πρόβλημα του κ. Παπανδρέου δεν είναι η εισαγωγή στοιχείων της «άμεσης δημοκρατίας» στην Ελλάδα, αλλά η εξασφάλιση νομιμοποιήσεως με προσφυγή σε δημοψήφισμα που θα αφορά θεσμικά θέματα, αντί εκλογών που θα κρίνουν κατά πόσο οι πολίτες επιδοκιμάζουν την οικονομική πολιτική της κυβερνήσεως του.
ΠΗΓΗ: kathimerini
Ο κ. Γιώργος Παπανδρέου υπήρξε αντισυμβατικός πολιτικός, με διάθεση ανατροπής, αλλά επί ζητημάτων μάλλον πολυτελείας.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η απόφασή του για τη διενέργεια δημοψηφίσματος εντός του φθινοπώρου, δίχως να προσδιορίζει καν το ερώτημα επί του οποίου θα κληθούν να αποφασίσουν οι Ελληνες πολίτες.
Αλλά δεν πρόκειται μόνον περί αυτού.
Ο κ. Παπανδρέου γνωρίζει ασφαλώς ότι η κυβέρνησή του στερείται νομιμοποιητικής βάσεως.
Άλλο ήταν το πολιτικό πρόγραμμα που τον ανέδειξε στην εξουσία με διαφορά 10% από τη Νέα Δημοκρατία, τον Οκτώβριο του 2009.
Γνωρίζει επίσης άριστα ότι δεν είναι δυνατόν να θέσει στην κρίση των πολιτών της χώρας το πρώτο και το δεύτερο Μνημόνιο, διότι θα καταψηφισθούν αμφότερα από τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων.
Κατά συνέπεια προσπαθεί να αποκτήσει βάση νομιμοποιητική με ένα δημοψήφισμα, που θα αφορά στους «θεσμούς», δηλαδή θα δίδει «λύση» στο πρόβλημα της γενικής απαξιώσεως του πολιτικού συστήματος, που λοιδορείται καθημερινά από τους «Αγανακτισμένους» στο Σύνταγμα και στις πλατείες άλλων πόλεων.
Με άλλα λόγια ο κ. Παπανδρέου επιχειρεί να δημιουργήσει την εντύπωση εισαγωγής στη χώρα διαδικασιών μιας «άμεσης δημοκρατίας», παρακάμπτοντας το πρόβλημα που απασχολεί πρωτίστως την κοινή γνώμη.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η «άμεση δημοκρατία» είναι το τελειότερο των συστημάτων, αλλά το γεγονός ότι υφίσταται μόνον σε δύο χώρες, στην Ελβετία και στο Πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν, δείχνει πόσο περίπλοκο είναι στην εφαρμογή του, καθώς προϋποθέτει πολίτες με υψηλότατη παιδεία γύρω από τα κοινά, και δεν αφορά τη χειραγώγηση του πλήθους από την ολιγαρχία που συγκροτεί τη διοικούσα τάξη κάθε χώρας, στη Δύση ή στον Τρίτο Κόσμο.
Το δημοψήφισμα δεν είναι κατ’ ανάγκη έκφραση της «άμεσης δημοκρατίας» και χρησιμοποιείται ενίοτε με στόχο στην υπερκέραση των καταστατικών δυσχερειών που υπάρχουν σε μια χώρα, για να επιβάλει το όποιο πολιτικό κατεστημένο νέα τάξη πραγμάτων, εξυπηρετική των συμφερόντων και των επιδιώξεών του.
Δεν είναι τυχαίο ότι παρά τη σχετική πρόνοια των Συνταγμάτων, στην περίοδο της μεταπολιτεύσεως, δημοψήφισμα διενεργήθηκε μόνον για το θέμα της Μοναρχίας, διότι για την κατάργησή της συμφωνούσε το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας, συμπεριλαμβανομένης και της Νέας Δημοκρατίας.
Πρωτίστως όμως στην «άμεση δημοκρατία», τη διενέργεια δημοψηφίσματος μπορούν να ζητήσουν οι πολίτες, συγκεντρώνοντας τον απαιτούμενο αριθμό υπογραφών.
Παρεμπιπτόντως επισημαίνεται ότι η Εκκλησία της Ελλάδος συγκέντρωσε εκατομμύρια υπογραφών, ζητώντας τη διενέργεια δημοψηφίσματος για το θέμα της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες και η πρωτοβουλία αγνοήθηκε με βαναυσότητα από την τότε κυβέρνηση.
Στο Λιχτενστάιν αντιθέτως αρκούν 1.500 υπογραφές για να τεθεί σε δημοψήφισμα το θέμα της Μοναρχίας.
Είναι σαφές ότι το πρόβλημα του κ. Παπανδρέου δεν είναι η εισαγωγή στοιχείων της «άμεσης δημοκρατίας» στην Ελλάδα, αλλά η εξασφάλιση νομιμοποιήσεως με προσφυγή σε δημοψήφισμα που θα αφορά θεσμικά θέματα, αντί εκλογών που θα κρίνουν κατά πόσο οι πολίτες επιδοκιμάζουν την οικονομική πολιτική της κυβερνήσεως του.
ΠΗΓΗ: kathimerini
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου