του Δημήτρη Μαυρίδη (συγγραφέας-ερευνητής, εξειδικευμένος σε ζητήματα θρακικού ελληνισμού)
Λίγο γνωστά είναι τα δραματικά γεγονότα του 1922 και κυριολεκτικά άγνωστα παραμένουν τα γεγονότα τα σχετικά με την εγκατάλειψη και εκκένωση της Ανατολικής Θράκης τον Οκτώβριο του 1922. Η απώλεια της Ανατολικής Θράκης, –της κύριας εστίας του Θρακικού Ελληνισμού, που βρισκόταν υπό ελληνική διοίκηση από τον Ιούλιο του 1920 και είχε ενσωματωθεί στο Ελληνικό Κράτος τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών–, θεωρείται σήμερα ότι συμπίπτει με τη Μικρασιατική Καταστροφή στην πραγματικότητα όμως είναι αποτέλεσμα και επακόλουθό της. Ίσως είναι καιρός να μιλήσουμε και για τη Θρακική Καταστροφή η οποία παραμένει άγνωστη, ανεξήγητη και κυριολεκτικά αδικαιολόγητη.
Η απώλεια της Ανατολικής Θράκης σημαίνει για την Ελλάδα την απομάκρυνσή της από τη θάλασσα της Προποντίδας και τον Εύξεινο Πόντο. Η παρουσία των Ελλήνων στην Ανατολική Θράκη θα είχε οδηγήσει σε τελείως διαφορετικές εξελίξεις: η Κωνσταντινούπολη δεν θα ήταν σήμερα μητρόπολη των είκοσι εκατομμυρίων και η Τουρκία δεν θα μετέφερε το πληθυσμιακό και οικονομικό της βάρος προς το Αιγαίο, όπως συμβαίνει σήμερα. Αφήνουμε κατά μέρος την οικονομική και δημογραφική σημασία που θα είχε για την Ελλάδα η διατήρηση της Ανατολικής Θράκης.
Με την ευκαιρία λοιπόν της επετείου του δραματικού αυτού γεγονότος καλό είναι να θυμόμαστε τις συνθήκες και τις διεργασίες κάτω από τις οποίες συνέβησαν τα γεγονότα εκείνα, αφού ανάλογες συνθήκες υπάρχουν και σήμερα.
Η Μεγάλη Βρετανία, –άτυπη σύμμαχος των Ελλήνων– που βασιζόταν στην ασπίδα του Ελληνικού Στρατού για την κάλυψη των Στενών, της Κωνσταντινούπολης και της ουδέτερης ζώνης που κατείχε στη Μικρά Ασία, φάνηκε αμέσως μετά την εκκένωση της Μικράς Ασίας από τους Έλληνες, να επιδιώκει σαφώς, στην αρχή, την ανασυγκρότηση του Ελληνικού Στρατού. Είναι γεγονός ότι η κυβέρνηση του Λόυδ Τζωρτζ, με πρωτοστατούντα τον Ουίνστον Τσώρτσιλ, ετοιμάζονταν για πολεμική σύγκρουση με την κεμαλική Τουρκία. Αντίθετα οι Γάλλοι, σε ανοικτή ρήξη προς τους Άγγλους, είχαν εκχωρήσει την Ανατολική Θράκη στους Τούρκους, ακόμη και πολύ πριν τον Αύγουστο του 1922.
Στις αρχές του Σεπτεμβρίου του 1922 εκδηλώθηκε κρίση στις αγγλογαλλικές σχέσεις. Η Γαλλία διαχώρισε τη θέση της και υποστήριξε την απαίτηση των Τούρκων για προσάρτηση στην Τουρκία της Ανατολικής Θράκης και των Στενών, που οι Τούρκοι θα ουδετεροποιούσαν.
Τότε, η διάσταση στις γνώμες των Βρετανών ιθυνόντων και απροθυμία της αγγλικής κοινής γνώμης και των αποικιών για πολεμική εμπλοκή με τους Τούρκους, οδήγησαν, μαζί με την αφόρητη πίεση της Γαλλίας, στην απόφαση των Συμμάχων να εκκενωθεί από τους Έλληνες η Ανατολική Θράκη και να παραδοθεί στην Τουρκία ως αμοιβή για την προσέγγισή της στους Συμμάχους. Η θετική διάθεση ορισμένων Άγγλων προς τους Έλληνες, όπως αυτή του Λόυδ Τζωρτζ και του λόρδου Κώρζον, δεν ενισχύθηκε από τη μαχητικότητα, την τόλμη και την αποφασιστικότητα των Ελλήνων που, δυστυχώς, δεν υπήρξαν.
Η απόφαση για την εκκένωση της Θράκης επικυρώθηκε από τους Συμμάχους στις 9.9.1922 μετά από θυελλώδεις συσκέψεις τριών ημερών στο Παρίσι, μεταξύ του Γάλλου πρωθυπουργού Πουανκαρέ και του Άγγλου υπουργού εξωτερικών Λόρδου Κώρζον. Οι παρακλήσεις του Βενιζέλου αντιμετωπίστηκαν την επαύριο παγερά από τον Πουανκαρέ.
Στο εύλογο ερώτημα του Λόρδου Κώρζον: “Ποιός θα υποχρεώσει τους Έλληνες να εγκαταλείψουν την Ανατολική Θράκη;”, απάντησαν οι ίδιοι οι Έλληνες.
Η Ανατολική Θράκη εγκαταλείφθηκε εθελόδουλα, ώστε να μην βρεθεί η Μεγάλη Βρετανία στη δυσάρεστη θέση να συγκρουσθεί με την Τουρκία.
Παραμένει το γεγονός ότι
ο τουρκικός στρατός δεν ήταν σε θέση να διαπλεύσει την Προποντίδα και να επιτύχει την κατάληψη της Ανατολικής Θράκης. Οι Τούρκοι δεν διέθεταν ναυτική δύναμη και η δύναμη πυρός των ελληνικών θωρηκτών ήταν σημαντική με τα δεδομένα της εποχής εκείνης. Υπήρχε επίσης και μία στρατηγική συνιστώσα στο να αρνηθούν οι Έλληνες να εκκενώσουν την Ανατολική Θράκη. Μία τέτοια κατάσταση έφερνε αμέσως σε ευθεία αντιπαράθεση τους Συμμάχους με την Τουρκία κα το λιγότερο που θα κέρδιζαν οι Έλληνες ήταν πολύτιμος χρόνος. Η διάβαση των Τούρκων από τον Βόσπορο η τον Ελλήσποντο, που κατείχαν με ασθενείς δυνάμεις οι Άγγλοι, σήμαινε Αγγλο-Τουρκική σύγκρουση, κάτι που εξυπηρετούσε τα στρατηγικά συμφέροντα της Ελλάδας. Βρισκόταν δηλαδή η νικημένη Ελλάδα σε θέση που της έδινε τη δυνατότητα να δημιουργήσει μία αγγλική ασπίδα και να αποφύγει νέα σύγκρουση με τους Τούρκους. Βέβαια, η ηττημένη χώρα δεν φαινόταν να έχει τις οικονομικές δυνατότητες για να συνεχίσει τον πόλεμο. Ωστόσο, η ιστορική εμπειρία μας διδάσκει ότι
λαοί που είναι αποφασισμένοι και θέλουν να επιβιώσουν βρίσκουν τα μέσα για να αντισταθούν.Στη διάσκεψη των Μουδανιών, που οργανώθηκε από τους Συμμάχους για τη σύναψη της ανακωχής, (20 έως 28.9.22), η Ελλάδα έπαιξε τον ρόλο βωβού παρατηρητή στον οποίο ανακοινώθηκαν οι εις βάρος του όροι, ωσάν οι Σύμμαχοι να ήσαν πραγματικά οι εμπόλεμοι με την Τουρκία. Ο σκοπός της διάσκεψης ανακωχής των Μουδανιών ήταν: οι Έλληνες θα έπρεπε να αποσυρθούν από την Ανατολική Θράκη. Το αντάλλαγμα εκ μέρους των Τούρκων ήταν ο σεβασμός της ουδέτερης συμμαχικής ζώνης και των Στενών μέχρι την τελική Διάσκεψη Ειρήνης μεταξύ των Συμμάχων και των Τούρκων. Οι Έλληνες εκλήθησαν στα Μουδανιά για να αποδεχθούν τα σε βάρος τους τετελεσμένα γεγονότα. Έγινε δηλαδή εκεί, μία διευθέτηση των συμμαχικών σχέσεων με την Τουρκία, εξόδοις της Ελλάδας.
Η διάσκεψη άρχισε χωρίς τους Έλληνες, που δεν είχαν ακόμη φθάσει, με κύρια συζήτηση τη γραμμή που θα αποσύρονταν οι Έλληνες. Κατά την αφήγηση του Ισμέτ Ινονού στον Σπύρο Μαρκεζίνη το 1972, δέχθηκαν όλοι την προτροπή του: ” Ας φθάσουμε σε ένα αποτέλεσμα και οι Έλληνες θα υποχρεωθούν να το δεχθούν”. Οι Έλληνες, απλώς προσήλθαν την επαύριο για να τους ζητηθεί να προσυπογράψουν ό,τι οι άλλοι αποφάσισαν εις βάρος τους. Η άλλη θλιβερή διαπίστωση είναι ότι οι Γάλλοι και οι Ιταλοί φέρονταν ως σύμμαχοι της Τουρκίας, με μόνον τους απαυδημένους Άγγλους να διαπραγματεύονται, παρεμπιπτόντως τα συμφέροντα της Ελλάδας. Κατά τον Σπύρο Μαρκεζίνη “οι Έλληνες παρέμειναν βωβοί θεατές και οι Τούρκοι ήγειρον συνεχώς και νέας αξιώσεις”. Ο στρατηγός Σαρπύ με την καθοδήγηση του Φρακλίν Μπουγιόν, δέχθηκε όλα τα αιτήματα των Τούρκων. Ακολούθησαν οι Ιταλοί και μετά οι διστακτικοί Άγγλοι. ” Η Θράκη μάς παραδόθηκε χωρίς να ριφθεί ούτε ένας πυροβολισμός”, δήλωσε μετά από πενήντα χρόνια ο Ισμέτ Ινονού.
Στις 25.9.1922 ο Βενιζέλος τηλεγράφησε από το Παρίσι : “Ανατολική Θράκη απωλέσθη ατυχώς δι’ Ελλάδα”, και : “ανάγκη Θράκες να εγκαταλείψωσι την γην, ην από τόσων αιώνων κατοικούσιν, αυτοί και πρόγονοί των”. Ήταν ακόμη μία από τις εθνικές εκκαθαρίσεις του 20ου αιώνα, παρ’ όλο που το πρωτόκολλο της Ανακωχής των Μουδανιών αφορούσε μόνο την εκκένωση της Ανατολικής Θράκης από τον Ελληνικό Στρατό και όχι από τον ελληνικό πληθυσμό.
Η εκκένωση της Ανατολικής Θράκης σήμαινε τη μετακίνηση των 260.000 Θρακών προσφύγων με την οικοσκευή τους και μέρος της σοδειάς τους, όπως και την αποχώρηση δεκάδων χιλιάδων προσφύγων από τη Μικρά Ασία, οι οποίοι τον προηγούμενο μήνα, με την κατάρρευση του μετώπου της Μικράς Ασίας, είχαν καταφύγει στη Θράκη. Μετακινήθηκαν επίσης Αρμένιοι, Κιρκάσιοι και Τούρκοι αντικεμαλικοί των οποίων ο αριθμός δεν είναι γνωστός. Τη μετακίνηση συμπλήρωσε η αποχώρηση 70.000 περίπου στρατιωτών της Στρατιάς Θράκης, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν δυτικά του Έβρου. Μαζί και τελευταίοι αποχώρησαν οι Έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι και η ελληνική χωροφυλακή. Κατά τις είκοσι ημέρες της εκκένωσης της Θράκης δηλαδή, μετακινήθηκαν προς δυτικά πάνω από 400.000 άτομα. Οι μετακινήσεις έγιναν με τραίνα, με πλοία και οδικώς με κάρα, τα οποία ήταν τότε διαθέσιμα στη Θράκη. Η εγκατάλειψη της Ανατολικής Θράκης είχε ολοκληρωθεί το τελευταίο δεκαήμερο του Οκτωβρίου του 1922.
Παραθέτουμε, τέλος, τη μαρτυρία του Αλέξανδρου Μαζαράκη-Αινιάνος, από το βιβλίο του “Απομνημονεύματα”, που εκδόθηκε στην Αθήνα το 1948. Ο στρατηγός Μαζαράκης, ένας από τους πρωταγωνιστές της απελευθέρωσης της Θράκης το 1920, ήταν επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπίας στη Διάσκεψη Ανακωχής των Μουδανιών τον Σεπτέμβριο του 1922.
«… Τον Σεπτέμβριον του 1922 εκλήθην εις το Υπουργείον των Εξωτερικών, όπου μου ανέθεσαν να αντιπροσωπεύσω την Ελλάδα εις την μέλλουσαν να συνέλθη την 20 Σεπτεμβρίου εις Μουδανιά διάσκεψιν στρατιωτικών αντιπροσώπων της Ελλάδος, της Τουρκίας, της Γαλλίας, της Αγγλίας και Ιταλίας, προς σύναψιν ανακωχής. …
»Σημειωτέον ότι και εγώ και η κυβέρνησις ενομίζαμε ότι επρόκειτο μόνον περί ανακωχής, περί των γραμμών δηλαδή όπισθεν των οποίων θα έμενεν ο ελληνικός και ο τουρκικός στρατός μέχρι της συνθήκης της ειρήνης, ως άλλως εξήγετο και από την διακοίνωσιν των δυνάμεων.
»Της επιτροπής μετείχον εκ μέρους της Αγγλίας ο στρατηγός Χάριγκτον, της Γαλλίας ο στρατηγός Σαρπύ, της Ιταλίας ο στρατηγός Μομπέλλι, της Τουρκίας (τον οποίον διόλου δεν συνήντησα) ο στρατηγός Ισμέτ Πασσάς. Ούτοι δεν ανέμενον την άφιξίν μας αλλά συνεδριάσαντες την 20–21 είχον ήδη παρασκευάσει το κείμενον της ανακωχής το οποίον και μας παρουσίασαν προς αποδοχήν την 22αν. Εις την πρώτην συνεδρίασιν της 22ας Σεπτεμβρίου, γενομένην επί αγγλικού θωρηκτού, μας επέδειξαν κείμενον έτοιμον της συνθήκης της ανακωχής εις το οποίον είχον μείνει σύμφωνοι οι Τούρκοι και οι τέως σύμμαχοί μας, χωρίς καν να μας ερωτήσουν. Δια τούτο ωρίζετο η άμεσος εκκένωσις της Θράκης υπό του ελληνικού στρατού μέχρι τον Έβρον και ότι επρόκειτο μόνον να συζητηθούν αι λεπτομέρειαι της εκτελέσεως. Εδήλωσα αμέσως ότι το κείμενον τούτο προδικάζει την συνθήκην της ειρήνης, ότι εγώ ήλθον δια να συζητήσω περί ανακωχής και όχι δια να ακούσω την άμεσον κατάληψιν της Θράκης υπό των Τούρκων και ότι υπό τοιούτους όρους θεωρώ τούτο απαράδεκτον και ούτε οδηγίας τοιαύτας έχω, ούτε καν θέλω να λάβω γνώσιν. Κατά την διεξαχθείσαν συζήτησιν ο Γάλλος αντιπρόσωπος στρατηγός Σαρπύ εζήτει με νευρικότητα και εκβιαστικώς να μας πιέση εις άμεσον αποδοχήν των πάντων, επισείων τους κινδύνους της παρελκύσεως, αφού δήθεν οι σύμμαχοι ανέλαβον να πείσουν τον Κεμάλ να μη διαπεραιωθή εις Ευρώπην και μας καταδιώξη και παρεχώρησαν εις αυτόν την Θράκην, η οποία παραχώρησις είναι οριστική. …
»Υπό τας συνθήκας ταύτας μετέβην εις την επί του αντιτορπιλλικού σύσκεψιν όπου ευθύς αμέσως εδήλωσα ότι μη γενομένης δεκτής ουδεμιάς ημετέρας προτάσεως δεν δύναμαι να υπογράψω. …
»Αλλά θα ήτο η ιδία η στάσις της Αγγλίας εάν έβλεπε μετ’ ολίγας ημέρας, μετά ένα μήνα, σημαντικήν εις τη Θράκην ελληνικήν δύναμιν με την στερράν απόφασιν να κρατήση και να αμυνθή αυτής; Θα ήτο διατεθειμένη τότε να συμμετάσχη με τας δύο άλλας δυνάμεις εις εκβιαστικά εναντίον της Ελλάδος μέτρα; Και επί πλέον, εάν αφιέμεθα μόνοι απέναντι των Τούρκων, θα ηδύναντο αυτοί, ενόσω με τον στόλον μας είμεθα κύριοι της Προποντίδος, να διαπεραιώσουν σημαντικάς δυνάμεις εξ Ασίας εις Θράκην; Βεβαίως όχι. Υπάρχει λοιπόν βάσιμος ελπίς ότι εάν παρετείναμεν την εκκρεμότητα, μη δεχόμενοι την εκκένωσιν της Θράκης και εν τω μεταξύ συντόνως ενισχύαμεν και ωργανούμεν τας εκεί στρατιωτικάς δυνάμεις μας, η μεν Ευρώπη δεν θα ήτο ηνωμένη δια να επέμβη, οι δε Τούρκοι δεν θα είχον εις χείρας των κανέν όπλον δια να εκβιάσουν και ημάς και την Ευρώπην.
»Προκειμένου, επαναλαμβάνω, δια τόσον μεγάλον έπαθλον όπως η Θράκη, ήξιζε τον κόπον να μεταχειρισθή η Ελλάς όλα τα μέσα δια να την κρατήση, φθάνουσα μέχρι του τελευταίου σημείου, όπου θα έβλεπε πλέον ότι η αντίστασίς της ήτο άσκοπος και εγέννα δεινοτέρους κινδύνους.
»Νομίζω λοιπόν ότι και ο Βενιζέλος εν Παρισίοις και η επανάστασις εν Αθήναις έσπευσαν πολύ, χάσαντες απ’ αρχής κάθε ελπίδα, να αποδεχθούν την εκκένωσιν της Ανατολικής Θράκης….» ΠΗΓΗ:http://olympia.gr
Αποφεύγω τις μακροσκελείς αναρτήσεις, αλλά η συγκεκριμένη, νομίζω, ότι αξίζει να διαβαστεί και από τους πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης και από όλους τους υπόλοιπους Έλληνες.