Του Σταύρου Λυγερού
Πέρυσι τον Μάιο, το εκβιαστικό δίλημμα «Μνημόνιο ή χρεοκοπία» είχε και μία αισιόδοξη πτυχή: Υποτίθεται ότι το Μνημόνιο ήταν και η οδός της σωτηρίας.
Αυτός είναι ο λόγος, που ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού το αποδέχθηκε παρά τα επώδυνα μέτρα.
Τώρα ούτε η κυβέρνηση Παπανδρέου δεν τόλμησε να πει πως το Μεσοπρόθεσμο θα οδηγήσει στην υπέρβαση της κρίσης.
Το μόνο επιχείρημά της ήταν πως εάν δεν ψηφιζόταν, η Ελλάδα θα καταστρεφόταν.
Είπε με όλους τους τρόπους ότι θα σταματούσε η πληρωμή μισθών και συντάξεων, ότι η οικονομική ζωή θα κατέρρεε και το βιοτικό επίπεδο θα κατακρημνιζόταν.
Προς επίρρωση της κυβερνητικής ρητορικής έρχονταν κατά κύματα και οι αντίστοιχες απειλητικές δηλώσεις του ευρωπαϊκού ιερατείου.
Η τακτική κατατρομοκράτησης μπορεί να πειθανάγκασε τους «πράσινους» βουλευτές, αλλά από πολιτικής απόψεως έχει κοντά πόδια.
Γι’ αυτό και -όπως επιβεβαιώνεται από τις δημοσκοπήσεις- δεν απέδωσε στο επίπεδο της κοινωνίας.
Στην πραγματικότητα, δεν έχουμε μία κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης.
Έχουμε μία εξελισσόμενη ρήξη της κοινωνίας με το κομματικό σύστημα, γεγονός που δημιουργεί πολιτικό κενό.
Οι Αγανακτισμένοι είναι προϊόν αυτού του κενού.
Είναι το πρώτο κίνημα που δεν έχει ιδεολογικό πρόσημο και πολιτικό κέντρο.
Είναι ιδεολογικά πολύχρωμο και πολιτικά αδέσποτο, επειδή πηγάζει από τη βαθιά κοινωνία, επειδή αντανακλά τη διέγερση που έχει προκαλέσει η κρίση στους κόλπους της λεγόμενης σιωπηλής πλειοψηφίας.
Οι πολίτες κατεβαίνουν στην πλατεία, επειδή απειλούνται οι σταθερές του βίου τους.
Γι’ αυτό και το κίνημα κατάφερε γρήγορα να αποκτήσει πρωτοφανή μαζικότητα και να συστεγάσει διαδηλωτές απ’ όλο το πολιτικό φάσμα.
Η «πλατεία» λειτουργεί ως πλαίσιο και μορφή εκδήλωσης της διάχυτης κοινωνικής οργής, ως παράγοντας αντίστασης στην ασκούμενη οικονομική πολιτική και ως ισχυρός μοχλός πίεσης του πολιτικού συστήματος.
Μπορεί αυτή η πίεση να μην ακύρωσε κεντρικές επιλογές της τρόικας, αλλά οπωσδήποτε προκάλεσε ρήγματα και δυσκόλεψε το έργο της ντόπιας εξουσίας.
Αυτός είναι ο λόγος που η άρχουσα ελίτ θεωρεί τους Αγανακτισμένους σοβαρό πολιτικό εμπόδιο και δυνάμει επικίνδυνο φαινόμενο.
Λόγω του ειρηνικού χαρακτήρα της διαμαρτυρίας τους, όμως, δεν μπορούσε να τους εξουδετερώσει ούτε διά της συκοφαντίας, ούτε διά της καταστολής.
Απέμενε μόνο η προβοκάτσια.
Τη «δουλειά» την έκαναν για μία ακόμα φορά οι κουκουλοφόροι, αποδεικνύοντας τη μεγάλη χρησιμότητά τους ως πολιτικό εργαλείο.
Αυτό δεν σημαίνει πως όλοι οι κουκουλοφόροι εκτελούν διατεταγμένη υπηρεσία.
Στον αντιεξουσιαστικό χώρο έχει διαμορφωθεί ένας σκληρός πυρήνας «επαγγελματιών» της βίας, οι οποίοι έλκονται από την «αισθητική της καταστροφής» και έχουν αναγάγει τη σύγκρουση με τα ΜΑΤ σε λόγο ύπαρξης.
Γι’ αυτό και λειτουργούν σαν πυροκροτητής, που προκαλεί οδομαχίες και κατ’ αυτό τον τρόπο διαλύει μεγάλες διαδηλώσεις.
Αυτό, ίσως, εξηγεί και το γεγονός ότι δεν έγινε ποτέ σοβαρή προσπάθεια εξουδετέρωσης και διάλυσης αυτών των ομάδων.
Μπορεί η δράση των κουκουλοφόρων να μην ενορχηστρώθηκε από την εξουσία, αλλά είναι εξόφθαλμο ότι η Αστυνομία άδραξε την ευκαιρία να πλήξει την «πλατεία», χρησιμοποιώντας σαν αφορμή τα επεισόδια.
Υπενθυμίζουμε ότι η υπέρμετρη βία και η κατάχρηση χημικών ήταν ο κανόνας κι όχι η εξαίρεση.
Αυτό σημαίνει πως υπήρξαν σχετικές εντολές.
Μόνο ανιστόρητοι, όμως, πιστεύουν ότι τέτοιες προβοκάτσιες μπορούν να ανασχέσουν την κοινωνική δυναμική.
Η «πλατεία» ξαναγεμίζει κι όλα δείχνουν ότι από τον Σεπτέμβριο θα επηρεάσει καθοριστικά τις πολιτικές εξελίξεις.
Είναι μάλιστα ευτύχημα που η κοινωνική οργή εκφράζεται με ειρηνικό τρόπο.
Η διολίσθηση σε αντιδημοκρατικούς τυχοδιωκτισμούς το μόνο που θα καταφέρει είναι να πυροδοτήσει τυφλή κοινωνική έκρηξη.
Το παιχνίδι των οδομαχιών μπορεί να διώχνει την πλειοψηφία των διαδηλωτών, αλλά ταυτοχρόνως εξωθεί και εθίζει μία μειοψηφία σε βίαιες πρακτικές.
Οι πολιτικές ακραίας λιτότητας προκαλούν αναπόφευκτα κοινωνικές αντιδράσεις.
Η διεθνής πείρα διδάσκει ότι για να αντιμετωπίσει αυτές τις αντιδράσεις, η εξουσία συνήθως καταφεύγει σε προβοκάτσιες και σε μαζική καταστολή, που τελικώς συρρικνώνουν τη δημοκρατία.
Η κυβέρνηση Παπανδρέου ας θυμάται ότι η λογική της κατηφόρας είναι ο πάτος.
ΠΗΓΗ: kathimerini
Πέρυσι τον Μάιο, το εκβιαστικό δίλημμα «Μνημόνιο ή χρεοκοπία» είχε και μία αισιόδοξη πτυχή: Υποτίθεται ότι το Μνημόνιο ήταν και η οδός της σωτηρίας.
Αυτός είναι ο λόγος, που ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού το αποδέχθηκε παρά τα επώδυνα μέτρα.
Τώρα ούτε η κυβέρνηση Παπανδρέου δεν τόλμησε να πει πως το Μεσοπρόθεσμο θα οδηγήσει στην υπέρβαση της κρίσης.
Το μόνο επιχείρημά της ήταν πως εάν δεν ψηφιζόταν, η Ελλάδα θα καταστρεφόταν.
Είπε με όλους τους τρόπους ότι θα σταματούσε η πληρωμή μισθών και συντάξεων, ότι η οικονομική ζωή θα κατέρρεε και το βιοτικό επίπεδο θα κατακρημνιζόταν.
Προς επίρρωση της κυβερνητικής ρητορικής έρχονταν κατά κύματα και οι αντίστοιχες απειλητικές δηλώσεις του ευρωπαϊκού ιερατείου.
Η τακτική κατατρομοκράτησης μπορεί να πειθανάγκασε τους «πράσινους» βουλευτές, αλλά από πολιτικής απόψεως έχει κοντά πόδια.
Γι’ αυτό και -όπως επιβεβαιώνεται από τις δημοσκοπήσεις- δεν απέδωσε στο επίπεδο της κοινωνίας.
Στην πραγματικότητα, δεν έχουμε μία κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης.
Έχουμε μία εξελισσόμενη ρήξη της κοινωνίας με το κομματικό σύστημα, γεγονός που δημιουργεί πολιτικό κενό.
Οι Αγανακτισμένοι είναι προϊόν αυτού του κενού.
Είναι το πρώτο κίνημα που δεν έχει ιδεολογικό πρόσημο και πολιτικό κέντρο.
Είναι ιδεολογικά πολύχρωμο και πολιτικά αδέσποτο, επειδή πηγάζει από τη βαθιά κοινωνία, επειδή αντανακλά τη διέγερση που έχει προκαλέσει η κρίση στους κόλπους της λεγόμενης σιωπηλής πλειοψηφίας.
Οι πολίτες κατεβαίνουν στην πλατεία, επειδή απειλούνται οι σταθερές του βίου τους.
Γι’ αυτό και το κίνημα κατάφερε γρήγορα να αποκτήσει πρωτοφανή μαζικότητα και να συστεγάσει διαδηλωτές απ’ όλο το πολιτικό φάσμα.
Η «πλατεία» λειτουργεί ως πλαίσιο και μορφή εκδήλωσης της διάχυτης κοινωνικής οργής, ως παράγοντας αντίστασης στην ασκούμενη οικονομική πολιτική και ως ισχυρός μοχλός πίεσης του πολιτικού συστήματος.
Μπορεί αυτή η πίεση να μην ακύρωσε κεντρικές επιλογές της τρόικας, αλλά οπωσδήποτε προκάλεσε ρήγματα και δυσκόλεψε το έργο της ντόπιας εξουσίας.
Αυτός είναι ο λόγος που η άρχουσα ελίτ θεωρεί τους Αγανακτισμένους σοβαρό πολιτικό εμπόδιο και δυνάμει επικίνδυνο φαινόμενο.
Λόγω του ειρηνικού χαρακτήρα της διαμαρτυρίας τους, όμως, δεν μπορούσε να τους εξουδετερώσει ούτε διά της συκοφαντίας, ούτε διά της καταστολής.
Απέμενε μόνο η προβοκάτσια.
Τη «δουλειά» την έκαναν για μία ακόμα φορά οι κουκουλοφόροι, αποδεικνύοντας τη μεγάλη χρησιμότητά τους ως πολιτικό εργαλείο.
Αυτό δεν σημαίνει πως όλοι οι κουκουλοφόροι εκτελούν διατεταγμένη υπηρεσία.
Στον αντιεξουσιαστικό χώρο έχει διαμορφωθεί ένας σκληρός πυρήνας «επαγγελματιών» της βίας, οι οποίοι έλκονται από την «αισθητική της καταστροφής» και έχουν αναγάγει τη σύγκρουση με τα ΜΑΤ σε λόγο ύπαρξης.
Γι’ αυτό και λειτουργούν σαν πυροκροτητής, που προκαλεί οδομαχίες και κατ’ αυτό τον τρόπο διαλύει μεγάλες διαδηλώσεις.
Αυτό, ίσως, εξηγεί και το γεγονός ότι δεν έγινε ποτέ σοβαρή προσπάθεια εξουδετέρωσης και διάλυσης αυτών των ομάδων.
Μπορεί η δράση των κουκουλοφόρων να μην ενορχηστρώθηκε από την εξουσία, αλλά είναι εξόφθαλμο ότι η Αστυνομία άδραξε την ευκαιρία να πλήξει την «πλατεία», χρησιμοποιώντας σαν αφορμή τα επεισόδια.
Υπενθυμίζουμε ότι η υπέρμετρη βία και η κατάχρηση χημικών ήταν ο κανόνας κι όχι η εξαίρεση.
Αυτό σημαίνει πως υπήρξαν σχετικές εντολές.
Μόνο ανιστόρητοι, όμως, πιστεύουν ότι τέτοιες προβοκάτσιες μπορούν να ανασχέσουν την κοινωνική δυναμική.
Η «πλατεία» ξαναγεμίζει κι όλα δείχνουν ότι από τον Σεπτέμβριο θα επηρεάσει καθοριστικά τις πολιτικές εξελίξεις.
Είναι μάλιστα ευτύχημα που η κοινωνική οργή εκφράζεται με ειρηνικό τρόπο.
Η διολίσθηση σε αντιδημοκρατικούς τυχοδιωκτισμούς το μόνο που θα καταφέρει είναι να πυροδοτήσει τυφλή κοινωνική έκρηξη.
Το παιχνίδι των οδομαχιών μπορεί να διώχνει την πλειοψηφία των διαδηλωτών, αλλά ταυτοχρόνως εξωθεί και εθίζει μία μειοψηφία σε βίαιες πρακτικές.
Οι πολιτικές ακραίας λιτότητας προκαλούν αναπόφευκτα κοινωνικές αντιδράσεις.
Η διεθνής πείρα διδάσκει ότι για να αντιμετωπίσει αυτές τις αντιδράσεις, η εξουσία συνήθως καταφεύγει σε προβοκάτσιες και σε μαζική καταστολή, που τελικώς συρρικνώνουν τη δημοκρατία.
Η κυβέρνηση Παπανδρέου ας θυμάται ότι η λογική της κατηφόρας είναι ο πάτος.
ΠΗΓΗ: kathimerini
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου